Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2012

ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Μιχαήλ Γρηγορίου

Ο 17ος αιώνας σφράγισε τόσο την μέγιστη άνθηση της αλχημείας όσο και την πτώση της. Το κίνημα του επονομαζόμενου «Διαφωτισμού» καλλιέργησε τις ανθρωπιστικές, ορθολογικές και υλικές αντιλήψεις στον κόσμο, που υποστηρίχθηκαν από τη σύγχρονη επιστήμη έχοντας ως βάση, κατά έναν ειρωνικό τρόπο, το έργο των αλχημιστών.

Η επιστήμη καθιστούσε δυνατές ολοένα περισσότερες χρήσιμες εφαρμογές που φαίνονταν να κάνουν τη ζωή ευκολότερη και αποδοτικότερη. Η αλχημεία δεν προσείλκυε πλέον τα λαμπρότερα μυαλά και περνούσε όλο και περισσότερο στο περιθώριο παρακμάζοντας. Μόλις τον 19ο αιώνα άρχισε να σημειώνεται μια σημαντική αναγέννηση του αποκρυφισμού σε αντίδραση στις μεταβολές της επιστήμης. Η ανακάλυψη της ραδιενέργειας έδειξε ότι η μεταστοιχείωση που η επιστήμη αρνιόταν τόσο καιρό, τελικά δεν ήταν λανθασμένη κατά βάση. Με κάθε ανακάλυψη της κβαντοφυσικής, η αλχημεία αποκτούσε κάτι από τη χαμένη της αίγλη και άρχισε να θεωρείται τουλάχιστον συζητήσιμη. Η φυσική έχει πλέον αποδείξει ότι όλα είναι δυνατά, ακόμη και η αλχημεία. Τις τελευταίες δεκαετίες, η πρόοδος που έχει σημειωθεί στο πεδίο της κατανόησης έχει οδηγήσει σε μια γενική επαναξιολόγηση της αλχημείας.
Είναι βέβαιο πως η σύγχρονη θέση της αλχημείας και η αποκατάστασή της ως εξαιρετικά περίπλοκης επιστήμης της ψυχής έχει αποδειχθεί πολύ σημαντική και οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στη συμβολή του ψυχολόγου Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ. Δεν υπάρχει τρόπος να εξετάσει κανείς το ζήτημα αυτό σήμερα δίχως να αναγνωρίσει την τεράστια συνεισφορά του Γιουνγκ, ακριβώς όπως δεν μπορεί κάποιος να μιλήσει για τον αποκρυφισμό και να μην αναφέρει την Έλενα Πετρόβνα  Μπλαβάτσκυ, ή να μιλήσει για συγκριτική θρησκειολογία χωρίς να αναφερθεί στον Μιρσέ Ελιάντε. Από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου, η μελέτη της αλχημείας ήταν περιορισμένη στους αποκρυφιστές και τους ιστορικούς της επιστήμης. Από την πρώτη στιγμή της επιστημονικής του καριέρας, ο Ελβετός ψυχολόγος Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ άρχισε να μελετά την αλχημεία, η οποία δεν του ήταν άγνωστη. Αναφερόμενος στην περίοδο των εσωτερικών του εμπειριών που τροφοδότησαν την έρευνά του επάνω σε αυτό το θέμα, μεταξύ του 1912 και 1919, έγραψε: «Πρώτα απ’ όλα έπρεπε να βρω αποδείξεις για την ιστορική τοποθέτηση των εσωτερικών μου εμπειριών. Έπρεπε δηλαδή να απαντήσω στο ερώτημα, σε ποιο ακριβώς σημείο της ιστορίας εμφανίστηκαν αυτά τα συγκεκριμένα στοιχεία. Αν δεν κατάφερνα να ανακαλύψω τέτοιου είδους στοιχεία, θα μου ήταν αδύνατο να υλοποιήσω τις ιδέες μου. Για το λόγο αυτό η επαφή μου με την αλχημεία ήταν αναπότρεπτη, μια και μου πρόσφερε τις απαραίτητες ιστορικές βάσεις που έλειπαν μέχρι τότε (…)» 
Στις αρχές της δεκαετίας 1920, ο Γιουνγκ συνειδητοποίησε ότι πολλά από τα σύμβολα-κλειδιά της αλχημείας εμφανίζονταν στα όνειρα των ασθενών του. Η νευρική κατάρρευση που είχε υποστεί πριν από μερικά χρόνια, τον είχε ήδη κάνει να αντιληφθεί τον μυθικό κόσμο αυτών που αποκαλούσε αρχέτυπα, ισχυρές εικόνες που πηγάζουν από το «συλλογικό ασυνείδητο» και που είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους. Το 1926 ο Γιουνγκ είδε ένα πολύ σημαντικό όνειρο. Αισθάνθηκε να μεταφέρεται πίσω στο χρόνο, στον 17ο αιώνα, και είδε τον εαυτό του ως αλχημιστή αφιερωμένο στο Μεγάλο Έργο. Λίγα χρόνια πριν, ο ίδιος μαζί με άλλους ψυχαναλυτές της εποχής του, είχαν μαγευτεί από το έργο του Χέρμπερτ Ζίλμπερερ που ήταν ένας από τους μαθητές του Φρόιντ. Ο Ζίλμπερερ είχε δημοσιεύσει το 1914 μια εργασία σχετικά με τις ψυχαναλυτικές συνέπειες της αλχημείας. Το έργο αυτό είχε μια πολύ χλιαρή υποδοχή από τον ίδιο τον Φρόιντ και ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που ο Ζίλμπερερ τελικά αυτοκτόνησε. 
Βασισμένη στη φυσική φιλοσοφία του Μεσαίωνα, η αλχημεία δημιούργησε τη γέφυρα που συνδέει τη γνώση του παρελθόντος με το μέλλον και τη σύγχρονη ψυχολογία του ασυνείδητου. Το 1928, ο διαπρεπής Γερμανός σινολόγος Ρίχαρντ Βίλχελμ, ο οποίος είχε επιστρέψει στην Ευρώπη μετά από πολύμηνη διαμονή στην Κίνα, έστειλε στον Γιουνγκ τη μετάφραση μιας ταοϊστικής αλχημικής εργασίας και του ζήτησε να κάνει κάποια ψυχαναλυτικά σχόλια πάνω στο κείμενο. Το έργο αυτό, που έγινε γνωστό με τον τίτλο «Το Μυστικό του Χρυσού Λουλουδιού», έγινε η αιτία να βυθιστεί ο Γιουνγκ στην καρδιά των αλχημικών ζητημάτων. Η εργασία αυτή του αποκάλυψε τη βαθιά σχέση μεταξύ δυτικής και ανατολικής αλχημείας, που ασχολούνται κατά κύριο λόγο με το συμβολικό μετασχηματισμό της ανθρώπινης ψυχής. Το Χρυσό Λουλούδι της Αθανασίας των Ταοϊστών δεν διαφέρει και πολύ από την αναζήτηση της Φιλοσοφικής Λίθου, που αποτελεί το βασικότερο από τα ζητήματα της δυτικής αλχημείας. 
Ο Γιουνγκ δεν ανακάλυψε λοιπόν μόνο τη σύνδεση της σύγχρονης ψυχολογίας με την αλχημεία,  ανακάλυψε επίσης και τις σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στις παραδόσεις Δύσης και Ταοϊσμού. Η συσχέτιση αυτή έγινε περισσότερο μέσα από τις αρχετυπικές  μορφές και όχι τόσο μέσα από τα ιστορικά στοιχεία. Ο ίδιος ο Ρίχαρντ Βίλχελμ είχε δηλώσει: «Η κινεζική σοφία και ο δρ. Γιουνγκ έχουν κατέλθει από διαφορετικούς δρόμους στα βάθη της συλλογικής ανθρώπινης ψυχής, και ανακάλυψαν πραγματικότητες που είναι τόσο όμοιες μεταξύ τους επειδή τις συνδέει η αλήθεια. Αυτό αποδεικνύει ότι μπορεί κάποιος να φθάσει στην αλήθεια από οποιοδήποτε σημείο, με την προϋπόθεση πως θα έχει τη δύναμη να σκάψει πολύ βαθιά για να την κατακτήσει. Η συμφωνία των απόψεων του Ελβετού ψυχολόγου με την κινέζικη σοφία αποδεικνύει ότι είναι και οι δύο σωστές επειδή βρίσκονται και οι δυο κοντά στην αλήθεια (…)» 
Η ψυχολογία έχει αποδείξει ότι οι αντιθέσεις που γεννιούνται από τις αγωνίες της ψυχικής αναγέννησης πολεμούν μέχρι θανάτου η μία την άλλη μέσα στο αλχημιστικό δοχείο του πνευματικού μετασχηματισμού, και ενώνονται τελικά σε μια ακατάλυτη κατάσταση εναρμόνισης των αντιθέτων. Έτσι, η σεληνιακή βασίλισσα και ο ηλιακός βασιλιάς, που αντιπροσωπεύονται στην Κίνα με τα σύμβολα του γιν και του γιανγκ, ενυπάρχουν μέσα σε κάθε ύπαρξη εκπροσωπώντας την υπόσχεση της Φιλοσοφικής Λίθου ή του Χρυσού Λουλουδιού. Η σχέση αυτή που υπάρχει ανάμεσα στη δυτική και ανατολική παράδοση φάνηκε στον Γιουνγκ ότι ήταν βασισμένη πάνω σε παγκόσμιες αρχές που εμφανίζονται εξίσου στην αλχημεία, στην κινέζικη φιλοσοφία και στη σύγχρονη ψυχολογία. Με αυτόν τον τρόπο ο Γιουνγκ ανακάλυψε μια υπόγεια σύνδεση ανάμεσα στην ψυχή των δυτικών και των ανατολικών λαών. Ο ίδιος είχε δηλώσει για το ζήτημα αυτό: «Ο πραγματικός λόγος των ερμηνευτικών μου σχολίων ήταν η προσπάθεια να κτίσω μια γέφυρα ψυχολογικής κατανόησης ανάμεσα στο δυτικό και τον ανατολικό κόσμο (…)»
Το 1935, μετά από πολλά χρόνια μελέτης και εσωτερικών μετασχηματισμών, ο Γιουνγκ παρουσίασε για πρώτη φορά στην κόσμο τα συμπεράσματα των ερευνών του. Η παρουσίαση αυτή έγινε στη βίλα «Έρανος» στην Ασκόνα. Στην ομιλία του με τίτλο «Dream Symbols and the Individuation Process» (Τα Σύμβολα των Ονείρων και η Διαδικασία της Εξατομίκευσης), ο Γιουνγκ παρουσίασε τους αλχημικούς συμβολισμούς στα όνειρα κάποιων συγχρόνων του, υποστηρίζοντας ότι η αλχημεία συνεχίζει να υπάρχει στη σύγχρονη σκέψη όπως ακριβώς υπήρχε στην αρχαία Αλεξάνδρεια ή στο Μεσαίωνα. Ένα χρόνο αργότερα, στον ίδιο χώρο, παρουσίασε την εργασία του «The Idea of Redemption in Alchemy» (Η Ιδέα της Λύτρωσης στην Αλχημεία). Το κοινό τον άκουγε μαγεμένο, και ήταν πια η στιγμή που η ερμητική σιωπή έσπασε και η γνώση της αλχημείας άρχισε να κερδίζει ολοένα και περισσότερους πιστούς. Οι μελέτες και οι διαλέξεις του για τον αλχημικό συμβολισμό συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο του«Psychology and Alchemy» (Ψυχολογία και Αλχημεία). Το βιβλίο, με πλούσια εικονογράφηση από πολυάριθμες αδημοσίευτες ως τότε αλχημικές εικόνες, εκδόθηκε το 1944 και από τότε παραμένει σε κυκλοφορία. Η επίδρασή του ήταν σημαντική και παρουσίασε την αλχημεία ως αντικείμενο άξιο μελέτης σε βάθος. 
Ο Γιουνγκ απέδειξε ότι το σύνολο των αλχημικών έργων παρουσιάζει μια εκπληκτική συνέπεια και πολυπλοκότητα ιδεών και εικόνων, παρά τη φαινομενικά αινιγματική και συχνά αντιφατική τους γλώσσα. Αυτό, υποστηρίζει, δεν μπορεί να είναι τυχαίο. «Ένας συμβολισμός τόσο πλούσιος όπως της αλχημείας οφείλει πάντα την ύπαρξή του σε κάποια επαρκή αιτία και ποτέ σε απλή παραξενιά ή παιχνίδι της φαντασίας». Οι αλχημιστές, όπως συνειδητοποίησε, ούτε τον εαυτό τους εξαπατούσαν ούτε απλώς διασκέδαζαν αλλά ερευνούσαν κάτι που είχε τεράστια σημασία. Η σημαντικότερη ίσως από όλες τις μελέτες του ήταν το «Paracelsus as a Spiritual Phenomenon» (Ο Παράκελσος σαν ένα Πνευματικό Φαινόμενο)
Στο έργο του αυτό ο Γιουνγκ υποστήριξε ότι στη ζωή του ο άνθρωπος κατέχει δυο πηγές Γνώσης που εργάζονται για τη σωτηρία του. Η πρώτη ονομάζεται Lumen Dei , που είναι το φως που προέρχεται από τον ίδιο τον Θεό, και η δεύτερη ονομάζεται Lumen Naturae, δηλαδή το φως που βρίσκεται κρυμμένο μέσα στην ύλη και στις δυνάμεις της Φύσης. Ενώ το θεϊκό φως κατέρχεται και παρουσιάζεται μέσα στο μυστήριο της Ενσάρκωσης, το φυσικό φως θα πρέπει να απελευθερωθεί πρώτα με τη βοήθεια της αλχημείας για να γίνει μια υπολογίσιμη δύναμη. Ο κόσμος, σύμφωνα με τον Παράκελσο, εμπεριέχει το θεϊκό φως (ζωή), αλλά η ιερή αυτή ουσία βρίσκεται πιασμένη σε μια μηχανική παγίδα που ελέγχεται από ένα είδος δημιουργίας που ο ίδιος ονόμαζε Hylaster (από τις ελληνικές λέξεις ύλη και αστέρι). Η μεγάλη παγίδα που φυλακίζει το φως αποτελείται από τα τέσσερα στοιχεία: γη, ύδωρ, πυρ και αέρα. Ο ρόλος της αλχημείας είναι να «σπάσει» αυτές τις παγίδες και να προκαλέσει μια αρχική κατάσταση δημιουργικού χάους που θα καταλήξει στη σύνθεση των αντιθέτων ως μια υπέρτατη ένωση. Σε αυτή την υπέρτατη ένωση, έλεγε ο Γιουνγκ, το φυλακισμένο φως απελευθερώνεται και φθάνει στο σημείο της ύψιστης εκδήλωσής του. 
Αν και δηλώσεις όπως οι παραπάνω αναφέρονται φαινομενικά στο υλικό σύμπαν και τη Φύση, ο Γιουνγκ διέκρινε μέσα τους ένα μοντέλο για την υλική και φυσική άποψη της ανθρώπινης φύσης. Οι προσπάθειες των αλχημιστών επικεντρώνονταν στην απελευθέρωση του πνεύματος ή της ψυχικής ενέργειας που βρίσκεται φυλακισμένη μέσα σε ένα σώμα, η οποία μπορούσε να γίνει μια ενέργεια διαθέσιμη για την εκπλήρωση της μεγαλύτερης αποστολής του ανθρώπινου πνεύματος. Η μελέτη της αλχημείας ενέπνευσε στον Γιουνγκ την έννοια της εξατομίκευσης, της απελευθέρωσης του ατόμου από τον ψυχικό του λαβύρινθο, και της λύσης του προσωπικού ψυχοδράματος. Η εργασία του με τον Αυστριακό ψυχίατρο Σίγκμουντ Φρόιντ στη σεξουαλική ψυχολογία, τον βοήθησε να κατανοήσει την ερωτική πλευρά της αλχημείας, τον Χυμικό Γάμο, με έμφαση στην ένωση των αντιθέτων. Στο δοκίμιο του «Τhe Psychology of the Transference» (Η Ψυχολογία της Μεταβίβασης) συναντούμε μια από τις συναρπαστικότερες εξερευνήσεις στην ψυχολογία της αλχημείας. 
Στη μελέτη αυτή ο Γιουνγκ χρησιμοποίησε δέκα εικόνες που αναπαριστούν τη διαδικασία της ολοκλήρωσης του Μεγάλου Έργου των αλχημιστών, όπου εμφανίζονται οι δίδυμες δυνάμεις του βασιλιά και της βασίλισσας σε μια σειρά μυστικών ερωτικών σχέσεων, που καταλήγουν στη δημιουργία ενός ανδρόγυνου πλάσματος με το όνομα η Ευγενής Αυτοκράτειρα. Ο Γιουνγκ χρησιμοποιεί τη λέξη «μεταβίβαση» σαν ψυχολογικό συνώνυμο της αγάπης, της οποίας ο ρόλος, τόσο στις διαπροσωπικές σχέσεις όσο και στην ψυχολογική ανάλυση του βάθους, είναι να απαλύνει τις μεγαλύτερες πίκρες και τα τραύματα της ζωής. Η σειρά των εικόνων ξεκινά με μια πηγή που αναβλύζει, η οποία συμβολίζει την αφυπνισμένη ενέργεια της μεταμόρφωσης, και συνεχίζει με τη συνάντηση του βασιλιά με τη βασίλισσα οι οποίοι είναι ντυμένοι, όμως καταλήγουν στο τέλος να πετούν από πάνω τους τα ρούχα. Με τον τρόπο αυτό οι εραστές αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον, για να καταλήξουν σε μια ένωση με τη «γυμνή αλήθεια». Μετά οι εραστές βυθίζονται σε ένα αλχημικό λουτρό, επιτρέποντας έτσι στη δύναμη της αγάπης να αγκαλιάσει το συνειδητό «εγώ» τους και να σβήσει τις λογικές και γήινες σκέψεις τους. 
Σε αυτή την κατάσταση της παθιασμένης ένωσης λαμβάνει χώρα η ψυχοσεξουαλική ένωση. Όμως, πάρα τις προσδοκίες, η ένωση αυτή δημιουργεί αρχικά μια νέα ανδρόγυνη μορφή που τελικά πεθαίνει. Το πνευματικό επακόλουθο της αγάπης δεν είναι βιώσιμο και πεθαίνοντας αποσυντίθεται. Και εδώ ακριβώς είναι που χρειάζεται η πίστη και η επιμονή στην ολοκλήρωση της διαδικασίας. Η ψυχή του ανδρόγυνου πλάσματος δεν εγκαταλείπει τη διαδικασία της μεταμόρφωσης. Ανεβαίνει στον ουρανό, σε ένα υψηλότερο επίπεδο συνείδησης, βυθίζεται στο ουράνιο φως και τελικά επιστρέφει στο θνητό της σώμα, και το αναγεννημένο πλάσμα στέκεται τώρα όρθιο σε όλη την υπερφυσική του δόξα. Ένα νέο πλάσμα γεννιέται αντικατοπτρίζοντας τον καρπό της αγάπης, τη μετασχηματισμένη συνείδηση των εραστών, που αποτελεί τώρα μια αδιάλειπτη ενότητα. Η αλχημεία της αγάπης έχει εκπληρώσει τη θριαμβευτική της αποστολή. 
Το δοκίμιο αυτό του Γιουνγκ αποτελεί ένα θαυμάσιο αλφαβητάρι για την ψυχολογική προσέγγιση της αλχημείας. Πρόκειται στην πραγματικότητα για την κατάθεση μιας βαθιάς γνώσης για τον ψυχολογικό μηχανισμό της αγάπης μέσω της διαδικασίας της εναρμόνισης όλων των αντιθέτων, μιας διαδικασίας συναισθηματικής, διανοητικής, φυσικής και μεταφυσικής. Παρότι πολλοί αλχημιστές και μυστικιστές τον κατηγορούν ότι περιόρισε την αλχημεία σε αμιγώς ψυχολογικά μοντέλα, πρέπει να πούμε ότι ο Γιουνγκ αναγνώριζε ότι η αλχημεία ασχολείται όχι μόνο με την ανάλυση του ανθρώπου αλλά και της ίδιας της Φύσης. Τον ενδιέφερε περισσότερο πώς ανταποκρίνεται η ψυχή στο γρίφο της ύπαρξης και λιγότερο η Φύση και ο σκοπός της Δημιουργίας. Ο Γιουνγκ μελέτησε την ψυχολογία του ανθρώπου και όχι τη ζωή. Αντίθετα, αντικείμενο της έρευνας ενός αλχημιστή είναι η ίδια η ζωή και η σχέση του μαζί της, η εντατική και σε βάθος μελέτη της οποίας αποκαλύπτει ότι ο αλχημιστής και η ζωή είναι ένα και το αυτό, το παν. Από αυτή τη σκοπιά, η άποψη του Γιουνγκ για την αλχημεία είναι περιορισμένη σε μια αντίληψη ψυχολογική, παρότι ο σύγχρονος αλχημιστής καθηγητής Μάνφρεντ Γιούνιους υποστηρίζει ότι τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Γιουνγκ είχε φτιάξει ένα εργαστήριο για πρακτική εργασία. 
Τα αλχημικά του ενδιαφέρονται και η διαίσθησή του διαπότισαν πολλές από τις εργασίες του, οι οποίες τελικά συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο του «Psychology and Religion» (Ψυχολογία και Θρησκεία). Ο Γιουνγκ δεν σταμάτησε ποτέ να τονίζει τις ομοιότητες και τις διαφορές ανάμεσα στις αλχημικές εικόνες και τον χριστιανισμό, περιγράφοντας όχι μόνο τη σχέση που υπάρχει μεταξύ της Φιλοσοφικής Λίθου και της εικόνας του Χριστού, αλλά και τη σχέση ανάμεσα στον χριστιανισμό και την αλχημεία. «Η αλχημεία», έλεγε, «έχει μια αντισταθμιστική σχέση με την κύρια τάση του χριστιανισμού, όπως ακριβώς λειτουργεί κι ένα όνειρο στη συνειδητή συμπεριφορά εκείνου που το ονειρεύεται (…)» Άλλα σημαντικά βιβλία του Γιουνγκ για την αλχημεία είναι οι «Αλχημικές Μελέτες» και το μνημειώδες και τελευταίο έργο του«Mysterium Coniunctionis» (Μυστήριο της Ένωσης), στο οποίο παρουσίασε τα τελικά του συμπεράσματα από την πολύχρονη ενασχόλησή του με την αλχημεία. Στο έργο αυτό ασχολείται με τον προβληματισμό του ψυχοσωματικού μυστηρίου που οι αλχημιστές του παρελθόντος αποκαλούσαν unus mundus (ένας κόσμος), και διερευνά τη φύση των αντιθέτων και ιδιαίτερα του αρσενικού και του θηλυκού, όπως αναπαριστώνται στην αλχημεία με τον Ήλιο και τη Σελήνη, ή τον Κόκκινο Βασιλιά και τη Λευκή Βασίλισσα. 
Υποστήριξε ότι στις ρίζες ολόκληρης της ύπαρξης υπάρχει ένας χώρος όπου το φυσικό και το πνευματικό δημιουργούν μια υπερβατική ένωση. Τα φαινόμενα της συγχρονικότητας και κάποια ανεξήγητα μυστήρια, που η φύση τους είναι είτε σωματική είτε ψυχική, φαίνεται να απορρέουν από αυτή την ενοποιημένη κατάσταση. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι η παράξενη αυτή περιοχή των μυστηρίων αποτελεί την πραγματική κατάσταση των αρχετύπων, τα οποία προβάλλονται στην ψυχή ενώ στην πραγματικότητα βρίσκονται έξω από αυτήν. Ενώ η ένταση μεταξύ των αντιθέτων παραμένει ο μεγάλος λειτουργικός μηχανισμός της έκφρασης, της ζωής και του μετασχηματισμού, η όλη διαδικασία φαίνεται πως λειτουργεί μέσα στο πλαίσιο ενός ενοποιημένου μοντέλου του κόσμου όπου η ύλη και το πνεύμα, ο Βασιλιάς και η Βασίλισσα, εμφανίζονται σαν απόψεις ενός ψυχωτικού βασιλείου της πραγματικότητας. Ο Γιουνγκ διευκρινίζει επίσης ότι ο κόσμος είναι αντανάκλαση της ενδότερης ψυχής, ότι στην ουσία κάθε άτομο είναι υπεύθυνο για οτιδήποτε συμβαίνει στον εξωτερικό κόσμο. Αυτό είναι το κλειδί της πραγματικής σημασίας της ανθρωπότητας ως μικρόκοσμου, όπως επάνω έτσι και κάτω, όπως εντός έτσι και εκτός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου