Οι σπηλαιόβιοι πρόγονοί μας δεν έχαναν την ευκαιρία να κατασπαράζουν ο ένας τον άλλο. Την παλαιολιθική εποχή οι άνθρωποι του Νεάντερταλ συνήθιζαν ν’ αλληλοτρώγονται κατά τη διάρκεια των συγκρούσεών τους. Οι Homo Sapiens δεν εγκατέλειψαν ολοκληρωτικά αυτή την πρακτική. Από τη στιγμή ωστόσο που οι άνθρωποι παράτησαν το κυνήγι και τη νομαδική ζωή κι ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια της γης και ιδιαίτερα μόλις δημιουργήθηκαν τα πρώτα οργανωμένα κράτη, ο πατροπαράδοτος κανιβαλισμός πέρασε στην «παρανομία», έγινε ταμπού κι απωθήθηκε από το συλλογικό ασυνείδητο. Και ο λόγος είναι προφανής: οι αιχμάλωτοι πολέμου, που θεωρούνταν ως τότε «δίποδη τροφή», απέκτησαν μεγαλύτερη αξία ως δούλοι, που καλλιεργούσαν τη Γη και πληρωτές φόρων, παρά ως μεσημεριανό γεύμα.
Όσο κι αν «εκπολιτιστήκαμε» όμως ο κανιβαλισμός δεν εξαλείφθηκε ποτέ. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι οι κάτοικοι της Σκυθίας ήταν ανθρωποφάγοι, επειδή συνήθιζαν να τρώνε τους εχθρούς τους. Οι Ρωμαίοι κατηγορούσαν τους Κέλτες της Βρετανίας και της Ιρλανδίας ότι επιδίδονταν σε κανιβαλισμό και ανθρωποθυσίες. Το Μεσαίωνα πολλοί έλεγαν ιστορίες για τους τρομερούς Μογγόλους της Στέπας, που έτρωγαν το ωμό κρέας των θυμάτων τους. Την ίδια περίοδο οι Αζτέκοι, που θεωρούνται οι μεγαλύτεροι κανίβαλοι της ιστορίας, θυσίαζαν κατά χιλιάδες τους αιχμαλώτους τους πάνω σε αιμοσταγείς βωμούς και στη συνέχεια, αφού ο αρχιερέας έβγαζε την καρδιά τους για να την προσφέρει στους θεούς, τα σώματά τους κατέληγαν σ’ ένα οργιαστικό κανιβαλιστικό τσιμπούσι!
Ο κανιβαλισμός –η ονομασία κανίβαλος δόθηκε αρχικά από τους Ισπανούς θαλασσοπόρους στους ανθρωποφάγους της Καραϊβικής (Cannibal από το Caribal, που σημαίνει Καραϊβικός)– είναι μια πανάρχαια συνήθεια, που θυμίζει στον άνθρωπο την ταπεινή, ζωώδη καταγωγή του. Είναι ένας «απαγορευμένος καρπός», που προστατεύεται από πανίσχυρα ανασταλτικά ταμπού. Αν και ο πολιτισμός μας τον απαγορεύει ρητά, χρησιμοποιώντας μάλιστα και θρησκευτικές απαγορεύσεις, εντούτοις ο κανιβαλισμός έχει κάνει αισθητή την παρουσία του σε όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Δεν είναι μόνον ο Κρόνος που έτρωγε τα παιδιά του, αλλά και πολλές πρωτόγονες φυλές που ζούσαν σε περιοχές, όπου οι πηγές πρωτεϊνών σπάνιζαν. Εκεί ο κανιβαλισμός ήταν μια συνηθισμένη πολεμική πρακτική.
Στα νησιά της Χαβάης η λέξη άνθρωπος σημαίνει ακόμη «όρθιος χοίρος», ενώ μια φυλή της Νέας Γουϊνέας ονομάζει τον εαυτό της Ασμάτ, που σημαίνει «Άνθρωποι», σε αντίθεση με όλους τους άλλους, τους οποίους αποκαλεί Μανόουε, δηλαδή «Φαγώσιμους»! Και πριν από δύο μόλις αιώνες οι ιθαγενείς Μαορί της Νέας Γουϊνέας συνήθιζαν πριν εκστρατεύσουν να μένουν για μέρες νηστικοί, ενώ στο δρόμο για τη μάχη μιλούσαν για τη «γλυκιά γεύση» που θα είχε το κρέας των εχθρών τους. «Η σάρκα σας κόλλησε ανάμεσα στα δόντια μου», φώναζαν οι ίδιοι στους κατατρομαγμένους συγγενείς των θυμάτων τους...
Ακόμη και σήμερα σχεδόν κάθε κάτοικος του νησιωτικού συμπλέγματος της Πολυνησίας γνωρίζει ότι οι πρόγονοι του ήταν kai-tangata, δηλαδή «ανθρωποφάγοι». Κάποιοι μάλιστα αστειεύονται γι’ αυτό, ενώ οι υπόλοιποι ντρέπονται μήπως και τους θεωρήσουν πρωτόγονους και βαρβάρους. Σύμφωνα με τον πάτερ Ρουσέλ ο κανιβαλισμός δεν εξαφανίστηκε από αυτά τα νησιά παρά μόνον μετά την έλευση του χριστιανισμού. Προηγουμένως οι ιθαγενείς έτρωγαν μεγάλο αριθμό ανθρώπων, κυρίως Περουβιανών εμπόρων. Αλλά η κύρια πηγή κανιβαλισμού ήταν οι αιχμάλωτοι πολέμου. Οι πολεμιστές έτρωγαν τα πιο νόστιμα σημεία του σώματος των αιχμαλώτων τους, αφήνοντας τα υπόλοιπα για τα γυναικόπαιδα.
Ο κανιβαλισμός των νησιών του Ειρηνικού δεν υπαγορευόταν από κάποιο θρησκευτικό έθιμο ή απλά από δίψα για εκδίκηση. Περισσότερο υπαγορεύονταν από μια λαχτάρα για ανθρώπινο κρέας, που ωθούσε τους κατοίκους των νησιών να σκοτώσουν μόνο και μόνο για να καταβροχθίσουν –ελλείψει άλλης πηγής πρωτεϊνών, εφόσον ο άνθρωπος είναι το μεγαλύτερο θηλαστικό σ’ αυτά τα νησιά– φρέσκο κρέας. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι γυναίκες και τα παιδιά ήταν τα κατεξοχήν θύματα.
Ο κανιβαλισμός, που δεν πρέπει να σχετίζεται με την ανθρωποφαγία, μια πρακτική συχνή στους αποκλεισμένους και πολιορκημένους που έχει να κάνει με την έλλειψη τροφής και με το πανίσχυρο ένστικτο της αυτοσυντήρησης, έδωσε το παρόν του και στη διάρκεια του αιώνα μας. Κύρια αιτία υπήρξε η πείνα. Οι Ρώσοι γνώρισαν καλά αυτή την αιτία. Στα πρώτα χρόνια της κομμουνιστικής διακυβέρνησης η χώρα υπέφερε από τη μεγαλύτερη πεινά, που γνώρισε η Ευρώπη από τον 19ο αιώνα. Το 1921 περίπου πέντε εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν στις περιοχές του Βόλγα και των Ουραλίων, ενώ η Ουκρανία υπέφερε από πείνα το 1931 εξ αιτίας της σταλινικής κολεκτιβοποίησης των αγροκτημάτων. Για να μην πεθάνουν από την πείνα αρκετοί άνθρωποι αναγκάστηκαν τότε να φάνε συνανθρώπους τους. Επίσης κατά τη διάρκεια των 444 ημερών της πολιορκίας από τους Γερμανούς του Λένιγκραντ (Αγία Πετρούπολη), οι υπερασπιστές του αναγκάστηκαν να φάνε πτώματα.
Το 1967 στην επαρχία Guangxi της νότιας Κίνας, κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «Πολιτιστικής Επανάστασης», χιλιάδες υποτιθέμενοι αντιφρονούντες φαγώθηκαν από «πρωτεϊνοβόρα» στελέχη του Κόμματος. Το 1997, κατά τη διάρκεια της μεγάλης πείνας στη Βόρεια Κορέα, ένα ζευγάρι εκτελέστηκε επειδή σκότωσε περίπου 50 παιδάκια, για να πουλήσει το κρέας τους παστό στην αγορά!
Περιπτώσεις «δράκων», που δολοφονούσαν κι έτρωγαν τ’ αθώα θύματά τους έχουν εμφανιστεί σχεδόν σε όλες τις περιοχές του πλανήτη μας. Η συχνότερη πάντως στην εποχή μας μορφή κανιβαλισμού είναι ο λεγόμενος «ψυχοπαθολογικός» κανιβαλισμός, που σχετίζεται με ψυχικές διαταραχές και παράνοια. Όλοι μας είμαστε λίγο πολύ «λανθάνοντες κανίβαλοι», που μπορούμε να «ξυπνήσουμε» αν συντρέξουν ειδικοί λόγοι...
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΝΙΒΑΛΟΙ, ΤΟΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΤΟΝ… ΕΦΑΓΑ ΕΓΩ!
Ο κατάλογος των σύγχρονων κανίβαλων είναι αρκετά μακρύς. Ας αναφερθούμε σε ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις ξεκινώντας από τον «Χάνιμπαλ Λέκτερ» της Βενεζουέλας. Ο Ντόραντζελ Βάργκας, που καταβρόχθισε τουλάχιστον 10 άνδρες, δήλωσε ατάραχος στους έκπληκτους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν τον Φεβρουάριο του 1999: «Φυσικά και τρώω ανθρώπους. Ο καθένας μπορεί να φάει ανθρώπινο κρέας, αλλά πρέπει πρώτα να το πλύνει και να το ψήσει καλά για ν’ αποφύγει τις αρρώστιες. Εγώ τρώω μόνον τα μέρη που έχουν μύες... Κάνω πολύ νόστιμη βραστή γλώσσα και χρησιμοποιώ τα μάτια για να κάνω μια πηχτή υγιεινή σούπα...» Ο ίδιος είπε ότι προτιμά το ανδρικό κρέας από το γυναικείο και ότι δεν τρώει χέρια, πόδια, και όρχεις, μολονότι «θα έμπαινε στον κόπο να τα δοκιμάσει σε περιπτώσεις ανάγκης»! Ο Βάργκας απέρριπτε τους παχύσαρκους άνδρες επειδή είχαν πολύ χοληστερίνη και τους γέρους επειδή το κρέας τους ήταν «μολυσμένο και πολύ σκληρό»!
Ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν υποκύψει στην λεγόμενη «κανιβαλιστική παρέκκλιση», εμφανίστηκαν στην προναζιστική Γερμανία. Όταν ο ναζισμός επικράτησε στη Γερμανία όλοι οι λανθάνοντες κανίβαλοι ενσωματώθηκαν στο σύστημα... Ο Γκέοργκ, ο περιβόητος «τρελός χασάπης», ήταν ένας Γερμανός κανίβαλος που έδρασε μετά τον Α’ Π. Πόλεμο και ζούσε πουλώντας ανθρώπινο κρέας. Ήταν πρώην χασάπης και δεν είχε κανένα ενδοιασμό στα εγκλήματα του. Τις νύχτες, έπειτα από κατανάλωση πολύ αλκοόλ, ο Γκεόργκ έφερνε τις μεθυσμένες πόρνες στο σπίτι του, έκανε μαζί τους σεξ και κατόπιν τις τεμάχιζε! Την επόμενη μέρα πουλούσε το κρέας τους ως βοδινό ή χοιρινό στην ντόπια αγορά. Συνελήφθη τον Αύγουστο του 1921, όταν ο σπιτονοικοκύρης του κάλεσε την αστυνομία αφού είδε τη σκηνή ενός καβγά με μια πόρνη. Μέσα στο δωμάτιο του βρέθηκε ένα φρεσκοκομμένο σώμα, καθώς και ίχνη από τα διαμελισμένα κορμιά τριών κοριτσιών...
Ένας άλλος Γερμανός, που κατοικούσε στη Σιλεσία, έδειξε κι αυτός μια ιδιαίτερη προτίμηση στα «όρθια γουρούνια», στους ανθρώπους. Ο Ντένκε έσφαξε τουλάχιστον 30 συντοπίτες του, κρατώντας μάλιστα τα απομεινάρια τους στο υπόγειο του σπιτιού του. Όταν συνελήφθη το 1924 ομολόγησε στους αστυνομικούς ότι τα τελευταία τρία χρόνια έτρωγε μόνον φρέσκο ανθρώπινο κρέας!
Ο Χέρμαν, ένας ακόμη Γερμανός κανίβαλος της μεσοπολεμικής περιόδου, κυνηγούσε νεαρά αγόρια στους σταθμούς τρένων του Ανόβερο. Ευχαριστιόταν να βασανίζει τα θύματα του μέχρι θανάτου κι έκανε λουκάνικα με τα απομεινάρια τους! Ήταν ένας δολοφόνος-επιχειρηματίας, καθώς πουλούσε το κρέας και το μαλλί των θυμάτων του στην τοπική μαύρη αγορά...
Στη μεταπολεμική Γερμανία πασίγνωστη υπήρξε η περίπτωση του Κρόλ, που δρούσε στη βιομηχανική περιοχή του Ρουρ για πάνω από 20 χρόνια και ήταν υπεύθυνος για τουλάχιστον 14 θανάτους. Ήταν γύρω στα 65 ετών όταν, έπειτα από τον 6ο φόνο του, δοκίμασε για πρώτη φορά ανθρώπινο κρέας κι ανακάλυψε το πάθος του γι’ αυτό. Στις 3 Ιουλίου του 1976 η αστυνομία εισέβαλε στο διαμέρισμα του και βρήκε πλαστικές σακκούλες γεμάτες με ανθρώπινα κρέατα και στον καταψύκτη του μαζί με πάγο, καρότα και πατάτες, βρέθηκε το κεφάλι ενός τετράχρονου κοριτσιού!
Αν και ο Δυτικός πολιτισμός έχει εξορκίσει τον κανιβαλισμό ως το Απόλυτο Ταμπού, ως μια φρικαλεότητα που ταυτίζεται με την επιστροφή σε προγενέστερα στάδια εξέλιξης, δεν κατάφερε εντούτοις να τον ξεριζώσει. Η ιστορία μας είναι διάσπαρτη από περιπτώσεις «πολιτισμένων» ανθρώπων που επιδίδονταν στον κανιβαλισμό. Γιατί ο «πολιτισμός» μας δεν κατόρθωσε, παρά τις όποιες απαγορεύσεις, να δημιουργήσει στα μέλη του μια μόνιμη αποστροφή προς το ανθρώπινο κρέας; Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Η ΣΥΓΧΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΜΦΑΓΟΥ
Η Βίβλος μας πληροφορεί ότι ο πολιτισμός μας είναι δημιούργημα του Κάιν του Φονιά. Ο μύθος ότι είμαστε απόγονοι ενός αδελφοκτόνου έχει τεράστια αλληγορική σημασία: το ανθρώπινο είδος είναι το μοναδικό στο ζωικό βασίλειο που τα μέλη του σκοτώνουν το ένα το άλλο. Η εξήγηση γι’ αυτό είναι σχετικά απλή. Ο άνθρωπος εξελίχτηκε πολύ γρήγορα κι από άοπλος χορτοφάγος έγινε οπλισμένος σαρκοφάγος και στη συνέχεια παμφάγος. Απέκτησε τεχνητά φονικά όπλα χωρίς παράλληλα ν’ αναπτύξει την ενστικτώδη απαγόρευση να μην τα στρέφει εναντίον των ομοειδών του. Τα όπλα που επινόησε ο άνθρωπος, όταν έγινε σαρκοβόρος, δεν είχαν σε τίποτε να ζηλέψουν από τον βιολογικό οπλισμό των άλλων σαρκοφάγων ζώων. Σε αντίθεση όμως με αυτά ο άνθρωπος δεν ανέπτυξε αρκετά το λεγόμενο «σαρκοβόρο ταμπού», δηλαδή το να μη σκοτώνει και να μην τρώει μέλη του δικού του είδους.
Τα πιο ισχυρά σαρκοφάγα ζώα, όπως τα λιοντάρια και οι τίγρεις, διαθέτουν έναν αντικανιβαλιστικό μηχανισμό που τα εμποδίζει να σκοτώνουν και να φάνε το ένα το άλλο. Όσοι ισχυρότεροι βιολογικοί φονιάδες είναι τα ζώα, τόσο πιο ισχυρός είναι αυτός ο αποτρεπτικός μηχανισμός. Στον άνθρωπο όμως υπάρχει σύγχυση. Ως παμφάγος μπορεί να καταναλώσει κρέας, ωστόσο δεν διαθέτει έναν «βιολογικό μηχανισμό» που να του εξασφαλίζει εύκολα την ποσότητα που χρειάζεται. Χωρίς πολλούς ενδοιασμούς λοιπόν στρέφεται συχνά ενάντια στους όμοιους του για να τους κατασπαράξει. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τα άλλα παμφάγα ζώα, όπως για παράδειγμα με τις αρκούδες και τα γουρούνια, τα οποία δεν το έχουν σε τίποτε να σκοτώσουν και να καταβροχθίσουν κάποιο πληγωμένο ζώο του είδους τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις νευρωτικές γουρούνες, όταν τρομάζουν στρέφονται ακόμη και ενάντια στα μωρά τους. Ο φυσικός λοιπόν απαγορευτικός μηχανισμός παραμερίζεται αρκετά συχνά. Παρ’ όλα αυτά ο κανιβαλισμός ποτέ δεν ευδοκίμησε στο ζωικό βασίλειο. Ακόμη και στα παμφάγα ζώα αποτελεί σπάνια περίπτωση.
Στις ανθρώπινες κοινωνίες ο κανιβαλισμός αποτελεί ένα παράξενο φαινόμενο, μια παρεκτροπή που καμιά θεωρία δεν μπόρεσε να βρει την απόλυτη αιτιολογία του. Κι αυτό επειδή πέρα από τη «σύγχυση του παμφάγου» υπάρχουν και αρκετοί άλλοι παράγοντες που τον επιτρέπουν ή τον αποτρέπουν. Βέβαια, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο κανιβαλισμός δεν πρέπει να συγχέεται με την ανθρωποφαγία, την περιστασιακή δηλαδή κατανάλωση ανθρώπινου κρέατος σε περίπτωση απουσίας άλλης πηγής τροφής. Επίσης ο τροφοδοτικός κανιβαλισμός (άνθρωποι που παχύνονται για να προοριστούν για κατανάλωση) είναι εξαιρετικά σπάνιος. Ποιες μορφές κανιβαλισμού έχουν λοιπόν εκδηλωθεί στη μακραίωνη ιστορία του ανθρώπου;
ΠΟΛΕΜΙΚΟΣ ΚΑΝΙΒΑΛΙΣΜΟΣ
Πρόκειται για την παλαιότερη και πιο διαδεδομένη μορφή κανιβαλισμού. Με εξαίρεση τις περιοχές όπου αναπτύχθηκαν οι πρώτοι Μεγάλοι Πολιτισμοί (εύφορη ημισέληνος), ο πολεμικός κανιβαλισμός βρήκε πρόσφορο έδαφος σ’ όλες σχεδόν τις ηπείρους και ιδιαίτερα εκεί όπου απουσίαζε η κρατική οργάνωση. Κοινωνίες που ήταν συγκροτημένες κατά πρωτόγονες ομάδες ή χωριά, εφάρμοζαν τον πολεμικό κανιβαλισμό σε μεγάλη κλίμακα. Η αιτία θα πρέπει να αναζητηθεί στο γεγονός ότι τα κράτη έχουν περισσότερο παραγωγικές οικονομίες, στους κόλπους των οποίων οι αγρότες και οι εργάτες παράγουν μεγάλα πλεονάσματα τροφής και αγαθών. Η κυρίαρχη τάξη, που ασκούσε την πολιτική και στρατιωτική εξουσία, στηρίζονταν στους φόρους και στις εισφορές των υποτελών λαών. Μετά τις μάχες η ελίτ αυτή ανάγκαζε τους αιχμαλώτους να δουλέψουν προς όφελός της. Όσο μεγάλωνε ο πληθυσμός τους, τόσο μεγεθυνόταν η πλεονάζουσα παραγωγή την οποία και οικειοποιούνταν.
Οι πρωτόγονες κοινωνίες, αντίθετα, ήταν ανίκανες να παράγουν μεγάλα πλεονάσματα τροφίμων. Έτσι οι αιχμάλωτοι ήταν πολυτιμότεροι σαν τροφή παρά ως παραγωγοί τροφίμων. Ενώ οι μεγάλες αυτοκρατορίες απέτρεπαν τον πολεμικό κανιβαλισμό, τα μικρά χωριά τον ευνοούσαν. Στα χωριά αυτά ο εχθρός είχε μεγαλύτερη αξία ως «κρέας που περπατά» παρά ως σκλάβος και πληρωτής φόρων.
Αρκετές ινδιάνικες φυλές στη Βόρειο Αμερική εφάρμοζαν τον πολεμικό κανιβαλισμό στις μεταξύ τους συγκρούσεις. Μπορεί να μην πήγαιναν στη μάχη με σκοπό να φάνε ανθρώπινο κρέας, ωστόσο το αποκτούσαν ως υποπροϊόν της διεξαγωγής του πολέμου. Οι Χιούρον και οι Ιροκέζοι, που ζούσαν στη δασώδη περιοχή των Μεγάλων Λιμνών, δεν άφηναν μια εξαιρετική πηγή πρωτεϊνών -το ανθρώπινο κρέας- να πάει χαμένη. Με ευχαρίστηση λοιπόν καταβρόχθιζαν το κρέας των αιχμαλώτων τους, αφού προηγουμένως τους μετέφεραν στα χωριά τους για να τους βασανίσουν. Τα βασανιστήρια που υπέβαλαν ιδίως οι Χιούρον τους αιχμαλώτους τους ήταν μοναδικά σε αγριότητα (τσιγάρισμα σε σιγανή φωτιά κ.α.). Είχαν ωστόσο και εκπαιδευτικό χαρακτήρα εφόσον προειδοποιούσαν τους νέους της φυλής για τη φοβερή μοίρα που τους περίμενε αν τυχόν κι αιχμαλωτίζονταν από τους εχθρούς. Το μήνυμα ήταν σαφές: No Mercy (Όχι Έλεος).
Σε όλη τη διάρκεια των Αγγλο-γαλλικών πολέμων του 19ου αιώνα οι Χιούρον συμμάχησαν με τους Γάλλους μόνο και μόνο επειδή οι πατροπαράδοτοι εχθροί τους, οι Ιροκέζοι, είχαν ταχθεί με το μέρος των Άγγλων. Όταν στις μεταξύ τους συγκρούσεις τα μαχαίρια και τα τσεκούρια αντικαταστάθηκαν από τα πυροβόλα όπλα οι δύο φυλές έφτασαν στα όρια του αφανισμού μέσα σε δύο μόλις γενιές! Οι Ευρωπαίοι πάντως μπόρεσαν να προελάσουν ευκολότερα στη βορειοαμερικανική ενδοχώρα με πρόσχημα ότι διαδίδουν έναν «ανώτερο» πολιτισμό, που σεβόταν τους αιχμαλώτους και τους υποτελείς. Ήταν σίγουρα πιο ευπρόσδεκτοι από τους Χιούρον που ορμούσαν με το σύνθημα «ήρθαμε να σας σκοτώσουμε και να σας φάμε»...
Στη Βραζιλία οι Ινδιάνοι Τουπινάμπα επιδίδονταν σε πολεμικό κανιβαλισμό διοργανώνοντας μάλιστα ειδικές τελετές. Ο Ιησουίτης Αντόνιο Μπλασκέθ, που επισκέφθηκε τη Βραζιλία το 1557, γράφει χαρακτηριστικά: «Οι Τουπινάμπα θεωρούν ευτυχία να σκοτώσουν έναν εχθρό και ύστερα να φάνε το κρέας του. Δεν υπάρχει κρέας που να τους αρέσει περισσότερο». Σ’ αυτές τις πρωτόγονες φυλές οι ίδιοι οι αιχμάλωτοι ζητούσαν έναν «ένδοξο», δηλαδή έναν φρικτό θάνατο, πιστεύοντας ότι «μόνον οι δειλοί και οι ασθενικοί πεθαίνουν και θάβονται για να πάνε ν’ αυξήσουν το βάρος της γης» (Jose de Anchieta, 1554). Στα μάτια των Ιησουϊτών μπορεί όλα αυτά να φάνταζαν διαβολικά, για τους Ινδιάνους όμως ήταν ο φυσιολογικός τρόπος της ζωής τους.
Σε ολόκληρη την Ωκεανία ο πολεμικός κανιβαλισμός εφαρμόζονταν μέχρι πολύ πρόσφατα. Ειδικότερα στα νησιά Φίτζι είχε φτάσει σε απίστευτα επίπεδα έντασης και αγριότητας. Στα νησιά αυτά το ανθρώπινο κρέας θεωρούνται «τροφή των θεών». Οι σκοτωμένοι εχθροί τρώγονταν σε οργιαστικά κανιβαλιστικά συμπόσια, αφού προηγουμένως τα σώματά τους προσφέρονταν στα πνεύματα. Οι κάτοικοι των Φίτζι, αν και είχαν εξημερώσει το γουρούνι, είχαν μια διατροφή φτωχή σε πρωτεΐνες. Το ανθρώπινο κρέας αντιστάθμιζε την έλλειψη πρωτεϊνών. Από την άλλη οι Μαόρι της Νέας Ζηλανδίας χρησιμοποιούσαν το ανθρώπινο κρέας για να εξασφαλίσουν τροφή κατά τη διάρκεια των πολεμικών εκστρατειών τους.
Οι Μαόρι όπως και οι υπόλοιποι λαοί της Ωκεανίας, είχαν χαμηλό επίπεδο πολιτικής οργάνωσης. Όταν άρχισαν να δημιουργούνται ισχυρά κράτη, οι αιχμάλωτοι απέκτησαν μεγαλύτερη αξία ως υπήκοοι, που πλήρωναν φόρο υποτέλειας παρά ως κρέας για γεύμα. Οι αιματηροί, βέβαια, πόλεμοι που διεξήχθησαν μεταξύ των σύγχρονων κρατών, ξεπέρασαν σε αγριότητα ακόμη και τη φαντασία κάθε φτωχού κανίβαλου...
Ο πολεμικός κανιβαλισμός είχε να κάνει συνήθως με τη συλλογή των σωμάτων των εχθρών από το πεδίο της μάχης ή με τη μεταφορά των αιχμαλώτων στο χωριό των νικητών. Ωστόσο αυτό δεν ήταν πάντα εφικτό. Πολλές φορές αυτοί που επιτίθονταν σ’ έναν καταυλισμό έφευγαν γρήγορα γιατί φοβόντουσαν την αντεπίθεση ενός ανασυντασσόμενου εχθρού. Προσπαθούσαν, λοιπόν, να διατηρήσουν όσο γίνεται καλύτερα την ευκινησία τους. Γι’ αυτό και δεν έπαιρναν μαζί τους παρά δείγματα του εχθρού –κεφάλια ή δέρμα του κρανίου. Οι Χιούρον προτιμούσαν το δέρμα κρανίου (σκαλπ), ενώ οι Παπούα ολόκληρο το κεφάλι. Αυτοί υπήρξαν και οι περιβόητοι «κυνηγοί κεφαλών».
«ΑΝΘΡΩΠΟΙ» ΚΑΙ «ΦΑΓΩΣΙΜΟΙ»
Ο διάσημος Βρετανός ανθρωπολόγος και συγγραφέας Lyall Watson έδειχνε ιδιαίτερη συμπάθεια στους κανίβαλους: τους συγκατάλεγε ανάμεσα στους καλύτερους φίλους του. Έζησε αρκετό καιρό μαζί τους μελετώντας τον τρόπο ζωής και τις συνήθειες τους. Οι κανίβαλοι φίλοι του Watson ζουν στις ακτές του Ίριαν Τζάβα, του τμήματος εκείνου της Νέας Γουινέας που ανήκει στην Ινδονησία. Είναι κλασικοί Παπούες και αποκαλούν τον εαυτό τους «Ασμάτ» που σημαίνει «Άνθρωποι». Όλους τους υπόλοιπους τους αποκαλούν «Μανόουε», δηλαδή «Φαγώσιμους»...
Οι Ασμάτ είναι περίφημοι κυνηγοί κεφαλών. Σκοτώνουν και τρώνε ο ένας τον άλλο και κρατούν τα κρανία για ενθύμιο. Γι’ αυτούς το κυνήγι των κεφαλών σε σχετίζεται με τον πόλεμο. Ωστόσο ο L. Watson παρατηρεί: «Πρόκειται μάλλον για μια τελετουργική εκδήλωση της επιθυμίας να διατηρήσουν τα πράγματα στην ισορροπία τους». Ο Βρετανός ανθρωπολόγος ισχυρίζεται ότι οι Ασμάτ καλλιεργούν μια ολοκληρωμένη οικολογική συνείδηση. Πιστεύουν ότι οι φυσικοί πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι και έτσι αποδέχονται την ανάγκη να πεθάνει ένας άνδρας για να γεννηθεί ένα παιδί. Υιοθετούν με αυτό τον τρόπο μία ριζοσπαστική, αλλά ωστόσο αποτελεσματική μέθοδο αντιμετώπισης του υπερπληθυσμού.
Το κυνήγι των κεφαλών παίζει σε τελική ανάλυση έναν εξισορροπητικό ρόλο στην οικολογία των Ασμάτ. Οι φόνοι στις περιοχές τους είναι συχνοί αλλά όχι και τυχαίοι. Γίνονται με μεγαλοπρέπεια και σύμφωνα με τα καθιερωμένα. Για ν’ αποκτήσει ένας νεαρός Ασμάτ ενεργητικό ρόλο στην κοινότητά του πρέπει να αποκτήσει κι ένα όνομα «ουόμ». Πρόκειται για το όνομα που προκύπτει μετά από το κυνήγι των κεφαλών: ανήκει σ’ έναν άλλον άνθρωπο από κάποια γειτονική περιοχή που σκοτώθηκε από το νεαρό. Η όλη διαδικασία μοιάζει με τελετουργική μύηση. Οι Ασμάτ πιστεύουν ότι ο σκοτωμένος ζεί μέσα στο σώμα του ξένου, που του έκοψε το κεφάλι. Συνηθίζουν μάλιστα να ανοίγουν μία τρύπα στ’ αριστερά του μετώπου για να «ρουφήξουν» το μυαλό και την ψυχή του σκοτωμένου!
Κανείς Ασμάτ δε μισεί το γείτονά του. Γιατί να το κάνει άλλωστε τη στιγμή που πιστεύει ότι, αν τον σκοτώσει και ρουφήξει το μυαλό του, θα γίνει Ένα μαζί του; Ζώντας σ’ ένα περιβάλλον με οργιώδη τροπική βλάστηση, όπου πέφτουν κάθε χρόνο πάνω από πέντε μέτρα βροχής, οι Ασμάτ ανήκουν στις ελάχιστες πρωτόγονες φυλές που εφαρμόζουν ακόμη και σήμερα ένα είδος «οικολογικού» κανιβαλισμού.
ΟΙ ΠΥΡΑΜΙΔΕΣ ΚΡΑΝΙΩΝ ΤΩΝ ΑΖΤΕΚΩΝ
Οι Αζτέκοι δεν έμειναν στην ιστορία μόνο για την αυτοκρατορία που ίδρυσαν στο κεντρικό Μεξικό, ούτε και για τις κλιμακωτές πυραμίδες που ύψωσαν στην πρωτεύουσα τους, την Τενοτσιτλάν. Πέρασαν στην ιστορία και ως οι χειρότεροι και οι πιο παράξενοι κανίβαλοι. Χειρότεροι γιατί οι ανθρωποθυσίες τους, που συνοδεύονταν από κανιβαλιστικά συμπόσια, δεν είχαν προηγούμενο στην παγκόσμια ιστορία. Παράξενοι γιατί αποτελούσαν την εξαίρεση στον κανόνα που θέλει τον κανιβαλισμό να εφαρμόζεται μόνο στις πρωτόγονες κοινωνίες. Οι Αζτέκοι δεν είχαν καθόλου χαμηλό επίπεδο πολιτικής οργάνωσης –διέθεταν μία ολόκληρη αυτοκρατορία. Γιατί όμως διατήρησαν μια τόσο «πρωτόγονη» συνήθεια, όπως ο κανιβαλισμός, εφαρμόζοντας την σε τόσο μεγάλη κλίμακα;
Ακόμη και σήμερα είναι πιο δύσκολο να εξηγηθεί το γιατί οι Αζτέκοι υπήρξαν οι μεγαλύτεροι κανίβαλοι της ανθρωπότητας. Είναι γεγονός πάντως, ότι η θρησκεία τους και το κράτος ενθάρρυναν τον κανιβαλισμό. Οι Αζτέκοι έδιναν μια τελετουργική και συμβολική σημασία στις ανθρωποθυσίες τους. Αυτές είχαν το χαρακτήρα του δημόσιου θεάματος και γίνονταν σε πλατείες κατάμεστες από κόσμο. Ο ιερέας-δήμιος έσπαζε το στήθος των θυμάτων, αποσπούσε την καρδιά τους και στη συνέχεια έδινε το σώμα στους «ιδιοκτήτες» του.
Όταν οι Κονκισταδόρες του Κορτές ήρθαν σ’ επαφή με τους Αζτέκους (1519) υπολογίζεται ότι σκοτώνονταν και τρώγονταν μέχρι και 250.000 άνθρωποι το χρόνο! Οι ιστορικοί αναφέρουν μάλιστα ότι μερικά χρόνια πιο πριν, το 1487, οι Αζτέκοι ιερείς έφτασαν στο σημείο να θυσιάσουν 80.000 αιχμάλωτους μέσα σε τέσσερα μερόνυχτα! Οι αριθμοί αυτοί φαίνονται βέβαια υπερβολικοί και οι Αζτεκικής καταγωγής επιστήμονες τους μετριάζουν για ευνόητους λόγους.
Οι Αζτέκοι ιερείς τελούσαν τις ανθρωποθυσίες μπροστά στ’ αγάλματα των θεών τους. Σ’ αυτούς αφιέρωναν και τις καρδιές των θυμάτων τους. Το ανθρώπινο κρέας –αυτή η «θεϊκή» τροφή– τεμαχίζονταν και καταναλώνονταν μαγειρεμένο την επόμενη μέρα. Οι περισσότερες ανθρωποθυσίες γινόντουσαν την περίοδο των γιορτών. Σειρές κρανίων διακοσμούσαν την πρωτεύουσα των Ατζέκων. Υπήρχαν μάλιστα και δύο μεγάλοι πύργοι φτιαγμένοι από κρανία και σαγόνια ανθρώπων! Και φυσικά κανείς από τους αιχμάλωτους δεν πήγαινε με προθυμία να θυσιαστεί προς τιμή των θεών...
Η θρησκεία των Αζτέκων ήταν αναμφίβολα τερατώδης. Μήπως όμως υπήρχε και άλλος λόγος που διατηρήθηκε σ’ αυτούς ο κανιβαλισμός; Πολλές θεωρίες έχουν προταθεί για να εξηγηθεί αυτό. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι οι Αζτέκοι σπρώχτηκαν στον κανιβαλισμό από ανάγκη, από ανεπάρκεια τροφής και ιδιαίτερα από έλλειψη πρωτεϊνών. Είναι πράγματι αλήθεια ότι οι Αζτέκοι δεν κατάφεραν να εξημερώσουν κανένα μεγάλο ζώο. Οι ζωικές τροφές σπάνιζαν σ’ αυτούς. Άλλοι πάλι επέμεναν πως ο κανιβαλισμός τους ήταν μια πράξη ευγνωμοσύνης και ανταπόδοσης προς τους αιμοδιψείς θεούς τους. Όπως και να ‘χει ο κανιβαλισμός τους ήταν υποπροϊόν του πολέμου, εφόσον τα θύματα ήταν σχεδόν πάντα αιχμάλωτοι.
Ο τελετουργικός κανιβαλισμός, σε όποια μορφή κι αν εμφανίστηκε, στηρίχτηκε στην αρχέγονη πεποίθηση ότι όποιος καταβρόχθιζε κάποιον άλλο, αποκτούσε αυτομάτως και τις ψυχικές του ιδιότητες. Δηλαδή ότι κάθε πλάσμα που σκοτωνόταν για να φαγωθεί κουβαλούσε μια μορφή «ζωικής ενέργειας» που δεν εξαφανιζόταν, αλλά μεταπηδούσε σε άλλες μορφές ζωής, ειδικά σ’ αυτόν που το έτρωγε. Οι Χιούρον ξερίζωναν κι έτρωγαν τις καρδιές των πιο γενναίων εχθρών τους για ν’ αποκτήσουν έτσι το θάρρος τους. Στη δυτική Αφρική τα παιδιά ενός επιδέξιου κυνηγού, τρώγοντας ένα τμήμα από το νεκρό του σώμα, πίστευαν ότι αποκτούσαν και τις ικανότητες του. Οι Κρακουικέτο του Αμαζονίου έπιναν στάχτη από τη μούμια του νεκρού αρχηγού τους, ανακατεμένη μ’ ένα ποτό, για να τους μεταδοθεί η σοφία του. Οι Ασμάτ ρουφούσαν το μυαλό των θυμάτων τους για να ταυτιστούν μαζί τους.
Το 1995 η Filita Malishipa, μια ηλικιωμένη γυναίκα από το Solwezi της Ζάμπια, παρέδωσε τον εαυτό της στις αστυνομικές αρχές παραδεχόμενη ότι δολοφόνησε επτά από τα εννέα παιδιά της κι έφαγε τις σάρκα τους σε μια τελετή μαύρης μαγείας που κληρονόμησε από τη μητέρα της. Έκανε τις δολοφονίες με τη βοήθεια του άνδρα της, κάνοντας επίκλησης ενός δαίμονα που ονομάζεται Tuyobela. Η ίδια ισχυρίστηκε ότι απέκτησε τη δύναμη της ικανότητας να κάνει τους ανθρώπους νάνους! Στο μεταξύ επέδειξε τη μαγεία της στο δικαστήριο με μια αλοιφή χάρη στην οποία η Malishipa ταξίδεψε 700 χλμ. στην πρωτεύουσα Λουσάκα για να δει το ένα από τα δύο ζωντανά παιδιά της. Τελικά καταδικάστηκε μόλις σε έξι μήνες φυλάκιση για μαγεία, εφόσον ήταν πολύ δύσκολο να αποδειχτεί η κατηγορία της δολοφονίας....
Οι προλήψεις πάνω στις οποίες βασίστηκε ο τελετουργικός κανιβαλισμός, επιβιώνουν έμμεσα και στην εποχή μας: για να βλέπει κανείς καλύτερα θα πρέπει να φάει μάτια κουκουβάγιας, για ν’ αποκτήσει σεξουαλική ενεργητικότητα θα πρέπει να φάει γεννητικά όργανα χοίρου...
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΤΑΜΠΟΥ
Ο κανιβαλισμός θυμίζει τον άνθρωπο την ταπεινή ζωώδη καταγωγή του. Ο πολιτισμός μας τον απαγορεύει ρητά. Μοιάζει με τον «απαγορευμένο καρπό» του κήπου της Εδέμ: όσο μεγαλύτερος είναι ο πειρασμός να παραβιαστεί, τόσο πιο ισχυρή είναι η απαγόρευσή του από τη θρησκεία, την ηθική και την κοινωνία.
Η αποστροφή προς τον κανιβαλισμό θεωρείται σύμφυτη με την αποδοχή του πολιτισμού: η υιοθέτηση του αποτελεί τον πυρήνα της άρνησης του. Σύμφωνα με τον πατέρα της ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόιντ υπάρχουν τρεις απαγορευμένες παρορμήσεις του ανθρώπου, που ταυτίζονται με την άρνηση του πολιτισμού: ο φόνος, η αιμομιξία και ο κανιβαλισμός. Για τον ίδιο ο κανιβαλισμός σχετίζεται μ’ ένα αρχαϊκό στάδιο οργάνωσης της λίμπιντο, όπου, καθώς φυτρώνουν τα δόντια του, το παιδί θέλει να κομματιάσει και να φάει το κάθε τι. Και είναι τόσο έντονη αυτή η αρχαϊκή παρόρμηση που τίθεται γρήγορα κάτω από αυστηρό κοινωνικό έλεγχο. Το γεγονός αυτό βάζει σε λειτουργία το μηχανισμό της απώθησης. Όλοι κρύβουμε μέσα μας έναν απωθημένο κανίβαλο.
Θα μπορούσαν να γραφούν πολλά γύρω από τις αιτίες που οδηγούν στην εμφάνιση του «ψυχοκανιβαλιστικού συνδρόμου». Η τραυματική παιδική ηλικία, η εκδικητική μανία, το μίσος για το άλλο φύλο και η σεξουαλική καταπίεση φέρουν αναμφίβολα κάποιο μερίδιο ευθύνης. Ειδικότερα έχει επισημανθεί η σχέση ανάμεσα στη σεξουαλικότητα και στον κανιβαλισμό. Δεν είναι λίγα τα σεξουαλικά εγκλήματα που σχετίζονται με πράξεις κανιβαλισμού. Ο έρωτας περνάει αρκετά συχνά από το στομάχι. Μια σειρά από λέξεις, όπως «ηδονή», «όργιο» κ.ά. αφορούν το σεξ και το φαγητό ταυτόχρονα.
Μέσα σε κάθε άνθρωπο και ιδιαίτερα σε κάθε παιδί υπάρχει έντονος ο αρχέγονος φόβος μήπως φαγωθεί! Τα λαϊκά παραμύθια είναι γεμάτα με ιστορίες για δράκους, που τρέφονται με το κρέας μικρών παιδιών. Σε μερικές περιπτώσεις η παιδοφαγία αφορά και τους ίδιους του γονείς: ο θεός Κρόνος καταβρόχθισε τα νεογέννητα παιδιά του. Η απώθηση του κανιβαλισμού σχετίζεται με την επίδραση του «πολιτιστικού υποστρώματος» στην ψυχοσύνθεση του σύγχρονου ανθρώπου. Όσο πιο ισχυρή είναι αυτή η επίδραση, τόσο πιο αποτελεσματική είναι και η απώθηση. Ωστόσο όμως, ακόμη και σήμερα, η διαχωριστική γραμμή που εμποδίζει τον άνθρωπο να επιστρέψει στο επίπεδο του κανίβαλου είναι αρκετά λεπτή. Έτσι, ακόμη και η πιο πολιτισμένη κοινωνία, έχει το δικό της Χάνιμπαλ Λέκτερ, για τον οποίο ακόμη κι ένας απλός στατιστικολόγος είναι μια εξαιρετική πηγή πρωτεϊνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου